γλυκοκυματοῦσα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκοκυματοῦσα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γλυκοκυματοῦσα ἐπιθ. θηλ Γ. Σουρῆ, Ρωμ., 17- Ἀθηνᾶ 37 (1925), 186- Λεξ. Δημητρ. κ.ἀ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. γλυκοκυματίζω καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -οῦσα, περὶ τῆς ὁπ. βλ. Ἄνθ. Παπαδόπ., Ἀθηνᾶ 37 (1925), 186. || ᾎσμ.
Σημασιολογία
Θάλασσα καλοσύνευτη καὶ γλυκοκυματοῦσα, ποὺ ξεγελᾷς τοὺς μονογιˬοὺς καὶ πνίγεις πατεράδες Λεξ. Δημητρ. || Ποίημ. Τὴ γλυκοκυματοῦσα θάλασσά τους Γ. Σουρῆ, ἔνθ᾿ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA