δασοτόπι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
δασοτόπι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
δασοτόπι τό, Π. Βλαστ. εἰς Ν. Ἑστ. 19 (1935), 48 - Λεξ. Πρω. Δημητρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. δασότοπος.
Σημασιολογία
Δασότοπος, τὸ ὁπ. βλ: Τίγρες εἶχα ᾿δεῖ ᾿ς τὰ δασοτόπιˬα τῶν Ἰντιῶν Π. Βλαστ., ἔνθ᾿ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA