γλυκοπατῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκοπατῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γλυκοπατῶ ’Ιων. (Σμύρν.) Κρήτ. (Σέλιν. κ.ἀ.) Κύπρ. Κωνπλ. Νίσυρ. -Α. ᾿Εφταλ. εἰς ’Ανθολ. Η. ’Αποστολίδ., 89 Μ. Λελέκ., ’Επιδόρπ., 110 γλυκουπατῶ Θρᾴκ. (Αἶν.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. γλυκὰ καὶ τοῦ ρ. πατῶ.

Σημασιολογία

Πατῶ ἐλαφρῶς, οἱονεὶ γλυκὰ ἔνθ’ ἀν.: Γλυκοπάτα, μὴ τόνε ξυπνήσῃς Κρήτ. (Σέλιν.) Μ-μα γιˬατί γλυκοπατᾷ τὸ κρασίν; -Ἔν’ τοῦ σταφυλιˬοῦ, γιˬέ μου Κύπρ. || ᾌσμ. Γλυκοπατῶ τὰ κλήματα καὶ κόβγω τὸ σταφύλι Κρήτ. Χίλιˬα μαχαίριˬα καὶ σπαθιˬὰ χάμω ’ς τὴ γῆς στρωμένα, γλυκοπατῶ τα καὶ περνῶ, ἀγάπη μου, γιὰ σένα Κρήτ. (Σέλιν.) Χίλιˬα μαχαίριˬα καὶ σπαθιˬὰ κάτω ’ς τὴ γῆ στρωμένα, γλυκοπατῶ τα, τὰ περνῶ κ᾽ ἔρχομαι γιˬὰ τὰ σένα Νίσυρ. Γλυκουπατῶ τα κὶ πιρνῶ κ᾽ ἔρχουμι μιτ’ ἰσένα Θρᾴκ. (Αἶν.) || Ποίημ. Ἔβγα καὶ γλυκοπάτησε λουλούδιˬα μαραμένα Α. ᾽Εφταλ., ἔνθ᾽ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/