ἀπογεˬορτάζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπογεˬορτάζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀπογεˬορτάζω Θήρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. γεˬορτάζω.
Σημασιολογία
Παύω νὰ εἶμαι ἐπίτροπος ἐκκλησίας ἀκριβῶς καθ’ ἣν ἡμέραν ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου τιμᾶται: Ἀπογεˬώρτασα τὸν ἅι-Γιˬάννη.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA