δαφνομέρσινα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δαφνομέρσινα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερα

Τυπολογία

δαφνομέρσινα τά, Γ. Βλαχογιάνν., Γῦροι ἀνέμ., 54.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ πληθ. τῶν οὐσ. δάφνη καὶ μυρσίνη ἀναλογικῶς πρὸς τὸ δαφνόκλαδα, διὰ τὸ ὁπ. βλ. δαφνόκλαδο.

Σημασιολογία

Κλάδοι δάφνης καὶ μυρσίνης ὁμοῦ: Τὰ παιδιὰ φωνάζανε μὲ δαφνομέρσινα καὶ ἀμπελουριὰ θὰ στολιστοῦμε.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/