γλωσσοκαταλυτὴς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλωσσοκαταλυτὴς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
γλωσσοκαταλυτὴς ὁ, ἐνιαχ. Θηλ. γλωσσοκαταλύτρα Πελοπν. (Γορτυν.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. γλῶσσα καὶ καταλυτής
Σημασιολογία
Ὁ φλύαρος ἐνιαχ.: Εἶναι μιὰ γλωσσοκαταλύτρα! Γορτυν. Ἡ λ. καὶ ὡς ὕβρις.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA