ἀποδιχάλι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποδιχάλι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀποδιχάλι τό, ἀποτιχάλ’ Πόντ. (Κοτύωρ. Τραπ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ οὐσ. διχάλι.

Σημασιολογία

1) Κλάδος ἀπεσπασμένος, παρασπὰς ἔνθ’ ἀν. 2) Ξύλον διχαλωτὸν Τραπ. Συνών. διχάλι.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/