γλυκόχνοτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκόχνοτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

γλυκόχνοτος ἐπίθ. Α. Ταρσούλ., εἰς Ν. Ἑστ. 1 (1927), 911.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. γλυκὸς καὶ τοῦ οὐσ. χνότο.

Σημασιολογία

Ὁ ἔχων οἱονεὶ γλυκεῖαν, εὐχάριστον τὴν άπόπνοιαν τοῦ στόματος: Μέσ’ ’ς τὴ φωλιˬὰ τῆς περδικούλας του ἦταν ὅλα γλυκόχνοτα καὶ γελαστά.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/