ἀποταχινεύω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποταχινεύω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀποταχινεύω ἀμάρτ. ’ποταχινεύγου Εὔβ. (Κύμ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀποταχινός.

Σημασιολογία

Σηκώνομαι πολὺ πρωί.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/