ἀφακρομιλῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀφακρομιλῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀφακρομιλῶ ἀμάρτ. ἀφ᾿κρουμ᾿λάου Λέσβ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν ρ. ἀφακράζομαι καὶ μιλῶ κατὰ βιαίαν συγκοπὴν τοῦ α΄ συνθετικοῦ ἀντὶ ἀφακραζομιλῶ. Τὸ ο ὑπεισῆλθεν ὡς κατ᾽ ἐξοχὴν συνδετικὸν φωνῆεν.

Σημασιολογία

Ἀκούω καὶ ἀποκρίνομαι, συνδιαλέγομαι, συνομιλῶ: D’ βλέπ’ς᾽ μόνι ν᾿ ἀφ᾿κρουμ᾿λᾷ τ᾿ κόσμ’ τ᾿ς ἀdροί.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/