ἀπὸ-τὸ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπὸ-τὸ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Σύνδεσμος

Τυπολογία

ἀπὸ-τὸ σύνδ. ἀπ’-τὴν Λέσβ. ἄπτο Καππ. (Οὐλαγ.) ἀστὸ Πόντ. (Κερασ. Κοτύωρ. Κρώμν. Σαράχ. Χαλδ. κ.ἀ.) ἀστὲ Καππ. (Φάρασ.) ἀστὰν Πόντ. (Ἀργυρόπ.) ἀσσὸ Πόντ. (Χαλδ.) ἄσσο Καππ. (Τελμ.) ἀστοῦ Πόντ. (Κρώμν. Τραπ.) ἀσσοῦ Πόντ. (Τραπ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ἀναφορικοῦ τό. Τὸ ἀστό, ἀστὲ καὶ ἀσσὸ πρὸ φων. γίνονται ἀστ’, ἀσσ’. Τὸ ἀστὲ προσέλαβε τὸ ε ἐν συνεκφορᾷ μετὰ ἑπομένου ρηματικοῦ τύπου ἀρχομένου ἀπὸ ε.

Σημασιολογία

1)Ἀφότου (ἐν τῇ σημ. ταύτῃ πανταχοῦ τοῦ Πόντου μετὰ τὸ ρ. τῆς προτάσεως τίθεται συνήθως τὸ ἐπιρρηματ. πρόσφυμα κιˬάν’) Λέσβ. Πόντ. (Ἀργυρόπ. Κερασ. Κοτύωρ. Κρώμν. Σαράχ. Τραπ. Χαλδ. κ.ἀ): Ἡ πύργους μας ἀπ’-τὴν ἀπόθανι ἡ μάννα μας ἤγριψι (ἀγρίεψε. ᾿Εκ παραμυθ.) Λέσβ. Ἀστὸ ἐτελείωσεν τ’ ὀσχόλειον κιˬάν’ δουλείαν ’κ’ εὗρεν (ἀφότου ἐτελείωσε τὸ σχολεῖον δὲν εὗρεν ἐργασίαν) Χαλδ. Ἀστ’ ἔρθα κιˬάν’ ἀραεύω σε (ἀφότου ἦλθον σὲ ζητῶ) Κοτύωρ. Χαλδ. Ἀσσ’ ἐγεννέθα κιˬάν’ καλὴν ἡμέραν ’κ’ εἶδα (ἀφότου ἐγεννήθην δὲν εἶδα καλὴν ἡμέραν) Χαλδ. Ἀστοῦ ἔρθεν ἀδὰ ἐνέσπαλεν τ’ ὁσπίτ’ν ἀτ’ (ἀφότου ἦλθεν ἐδῶ ἐλησμόνησε τὴν οἰκογένειάν του) Τραπ. β)Ἀφοῦ Καππ. (Τελμ.) Πόντ. (Ἀργυρόπ. Κερασ. Κοτύωρ. Κρώμν. Σαράχ. Τραπ. Χαλδ. κ.ἀ.): Ἀσσοῦ ἔφαες πία καὶ κρασὶν Τραπ. Ἀσσὸ κλαίς καὶ ὑστερία κρούς κιˬόλα (ἀφοῦ κλάψῃς καὶ κατόπιν χτυπᾷς κιόλα) Κοτύωρ. Χαλδ. Ἀστοῦ ’κὶ θέλτς ντό νὰ ’φτάγω; (ἀφοῦ δὲ θέλεις τί νὰ κάμω;) Τραπ. Ἀσσοῦ ἐπείνασες φά (φάγε) αὐτόθ. Ἀσσοῦ θὰ ἔρται ἑτοίμασον τὸ τραπέζ’ (ἀφοῦ θὰ ἔλθῃ κτλ.) αὐτόθ. Ἀστὸ ἔξερες ἀτο γιˬατί κ’ ἔλεες μ’ ἀτο; (ἀφοῦ τὸ ἤξευρες διατί δὲν μοῦ τὸ ἔλεγες;) Χαλδ. Ἀστὸ ἐσκότωσεν ἀτον κ’ ὑστερία ἐπουμάνεψεν (μετενόησε) αὐτόθ. Ἀσσὸ ’κ’ ἔκ’σες με καλὰ ἔπαθες (ἀφοῦ δὲν μὲ ἤκουσες κτλ.) αὐτόθ. Ἀστ’ ἐπῆγα ἐδέβα κ’ ὑστερία ἐντῶκεν ’ς σὸ νοῦ μ’ ντὸ θὰ ἔλεγα (ἀφοῦ ἀνεχώρησα ἐνθυμήθην ἐκεῖνο ποῦ θὰ ἔλεγα) αὐτόθ. || Παροιμ. Μ’ ἔρχουσ’νε, σύντεκνε, κιˬ ἀστ’ ἔρθες καλῶς ὥρισες (νὰ μὴν ἤρχεσο, σύντεκνε, ἀλλ’ ἀφοῦ ἦρθες κτλ. Ἐπὶ ἀναγκαστικῆς φιλόφρονος ὑποδοχῆς ἀνεπιθυμήτου ἐπισκέπτου) Χαλδ. γ)Ἐπειδὴ Καππ. (Οὐλαγ.): Πολὺ κοτὰ ἄπτο ἦτον (ἐπειδὴ ἦτο πολὺ γέρων). 2)Ὅταν, ὁπόταν Καππ. (Φάρασ.) Πόντ. (Ἀργυρόπ. Κοτύωρ. Χαλδ. κ.ἀ.): Ἀστὰν ἔφτασεν ἀτον, ἐρώτεσεν ἀτον ποῦ πάει Ἀργυρόπ. Ἀστ’ ἔρθα ἔγκ’ ἀτο (τὸ ἔφερα) Κοτύωρ. Ἀστὸ πάς, δσ’ μ’ ἀ (δῶσε μού το) αὐτόθ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/