ἀπόθετα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπόθετα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀπόθετα ἐπίρρ. ἀμόθεχτα Σύμ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. *ἀπόθετος.
Σημασιολογία
Ἄνευ ἀποθέσεως τοῦ φορτίου πρὸς ἀνάπαυσιν: Ἔφερεν τὴν σηκωματέαν ἀμόχθετα (κατ᾽ ἔθος, προκειμένου νὰ ἀποπλεύσῃ πλοιάριον, ἡ γυνὴ ἑκάστου δύτου ὀφείλει νὰ κομίσῃ ἀπὸ τῆς οἰκίας εἰς τὴν προκυμαίαν ἕνα ἢ δύο σάκκους διπυρίτου χωρὶς νὰ σταματήσῃ που πρὸς ἀνάπαυσιν).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA