ἀποκαλαμοκαννιˬασμὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποκαλαμοκαννιˬασμὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀποκαλαμοκαννιˬασμὸς ὁ, Νάξ. (᾿Απύρανθ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποκαλαμοκαννιˬάζω.
Σημασιολογία
Ἡ περάτωσις τῆς ἀναπηνίσεως τοῦ νήματος εἰς καλαμοκάννιˬα: ’Σ τὸν ἀποκαλαμοκαννιˬασμὸ θὰ πάω κιˬόλα νὰ τὸ διˬαστῶ, πά' νὰ τὸ βάλω νὰ τὸ φάνω πρὶ gαλοχειμωνιˬάσῃ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA