ἀποκλαμὸς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποκλαμὸς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀποκλαμὸς ὁ, Λεξ. Δημητρ. ἀποκλαημὸς Κρήτ. ἀπουκλιˬαμὸς Λέσβ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποκλαίω. Διὰ τὸν τύπ. ἀποκλαηˬμὸς πβ. καηˬμὸς < καίω.

Σημασιολογία

1) Κατάπαυσις τοῦ θρήνου Κρήτ. -Λεξ. Δημητρ. 2) Μεμψιμοιρία Λέσβ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/