ἀποφυσιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποφυσιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀποφυσιˬὰ ἡ, ἀμάρτ. ἀποφυσὰ Θήρ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποφυσῶ καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ιˬά.

Σημασιολογία

Τὸ παράλιον μέρος εἰς τὸ ὁποῖον ἡ θάλασσα ἀποφυσᾷ ἀφροὺς καὶ ἄνεμον: Μὴν πηˬαίνῃς ’ς την ἀποφυσὰ τσῆ θάλασσας.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/