ἀποκοίμισμα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποκοίμισμα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀποκοίμισμα τό, Ζάκ. Κρήτ. -ΓΔροσίν. Φωτερ. Σκοτάδ.2 53 ἀποκοίμισμαν Πόντ. (Τραπ.) ἀπουκοίμισμα Μακεδ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποκοιμίζω.

Σημασιολογία

Τὸ νὰ ἀποκοιμίσωμέν τινα ἢ νὰ ἀποκοιμηθῇ τις ἔνθ’ ἀν.: Τ᾿ ἀποκοίμισμα τοῦ παιδιοῦ Κρήτ. || Ποίημ. Δῶσ’ μου ἕνα ἀποκοίμισμα | σὲ κἄπο͜ιο κάμπο πὄχει ἀνθήσει ΓΔροσίν. ἔνθ' ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/