ἀποποῦ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποποῦ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀποποῦ ἐπίρρ. κοιν. καὶ Πόντ. (᾽Αργυρόπ. Χαλδ. κ.ἀ.) ἀεποῦ Χίος (Πυργ.) ἀπουποῦ βόρ. ἰδιώμ. ἀοποῦ Σύμ. ἀπαποῦ Καππ. (Σινασσ. κ.ἀ.) ’παποῦ Καππ. (Σίλατ. Σίλ. Φάρασ.) ἀαποῦ Λυκ. (Λιβύσσ.) ᾿ποποῦ Χίος κ.ἀ. ’πουποῦ Θρᾴκ. (Αἶν.) Λέσβ. (᾽Αγιάσ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ἐπιρρ. ποῦ.

Σημασιολογία

1) Πόθεν, ἀπὸ τίνος τόπου ἔνθ’ ἀν.: ᾿Αποποῦ ξεκίνησες; ᾿Αποποῦ ἔρχεσαι; ’Αποποῦ εἶσαι; κοιν. ᾽Εσὺ ἀποποῦ ἔρθες καὶ πῶς εὑρέθες ἀδακέσ’; Πόντ. (᾿Αργυρόπ.) β) ᾿Επὶ καταγωγῆς σύνηθ. καὶ Καππ. (Σίλατ.): ’Αποποῦ κρατεῖ ἡ γενεˬά του; Κἀνεὶς δὲν ξέρει ἀποποῦ βαστᾷ ἡ σκούφιˬα του (πόθεν κατάγεται ἢ πόθεν εἶναι) σύνηθ. ’Παποῦ γένος εἶσαι; Σίλατ. Λαχταροῦσαν νὰ τοὺν ποίσιν γαbρό, ἀμ’ αὐτὸς μήδι ᾿πουποῦ ᾿σι (ἐνν. δὲν ἀπεκρίνετο, δὲν ἔδιδε σημασίαν) ᾿Αγιάσ. γ) Ποῦ Πελοπν. (Λογγ.): ’Αποποῦ εἶν᾽ τὸ χωριˬό του; 2) Διὰ τίνος τόπου κοιν.: Ἀποποῦ θὰ περάσω - θὰ ἀνέβω – θὰ κατέβω. ᾽Αποποῦ ἦρθες; - Ἀπ᾿ τὸν ἀπάνω δρόμο. 3) Διὰ τίνος τρόπου, πῶς ἐνιαχ.: ’Αποποῦ θὰ τὰ καταφέρῃς ὅπως λές; 4) ᾿Εκ τίνος ἀφορμῆς, αἰτίας κοιν. καὶ Πόντ. (Χαλδ.): ᾿Αποποῦ τὸ κατάλαβες πῶς θά ’ρθω; κοιν. ’Αποποῦ ἐγνώρτσες με; Χαλδ. 5) ᾿Εκ τίνος προσώπου κοιν.: ᾿Αποποῦ τὰ μάθατε αὐτά; πο͜ιὸς σᾶς τὸ εἶπε; ᾿Αποποῦ τὰ πήρατε; - Μᾶς τα ἔδωσε ὁ δεῖνα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/