ἀποκουλουρίδα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποκουλουρίδα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀποκουλουρίδα ἡ, Κρήτ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ οὐσ. κουλουρίδα.

Σημασιολογία

Ἡ διὰ καμπύλης πορεία: Ἔκαμα μιὰν ἀποκουλουρίδα. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀπογύρι 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/