ἀπονηστεύω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπονηστεύω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀπονηστεύω σύνηθ.
Χρονολόγηση
Μεσαιωνικό
Ετυμολογία
Τὸ μεσν. ἀπονηστεύω.
Σημασιολογία
'Απονητζω 2, ὃ ἰδ.: Ὅσο ν᾿ ἀπονηστέψωμε ἔχομε καιρὸ ἀκόμα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA