ἀποινώνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποινώνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀποινώνω Πόντ. (Τραπ. Χαλδ. Σάντ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. ινώνω.

Σημασιολογία

1) Διαλύω τι πλεκτὸν ὡς ἡ κάλτσα ἔνθ’ ἀν. : Ἐπείνωσα τ’ ὀρτάρ’ (τὴν κάλτσα) Χαλδ. Ἐπεινῶθεν ἡ κάλτζα Τραπ. Χαλδ. Συνών. ξεπλέκω. 2) ᾿Αποσυνθέτω τι προσηρμοσμένον Πόντ. (Χαλδ.) 3) Μέσ. ἐκρήγνυμαι, ὁμιλῶ ἀκατασχέτως, ἀποχαλινοῦμαι Χαλδ. : ᾿Επεινῶθεν καὶ ᾽κ᾽ ἐπόρεσεν νὰ κρατῇ τὸ στόμαν ἀτ᾽ Χαλδ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/