ἀγαθεμὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγαθεμὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀγαθεμὸς ὁ, ἀμάρτ. ᾿γαθεμὸς Κάλυμν.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. ἀγαθεύω.
Σημασιολογία
Περισπασμὸς τοῦ νοῦ, ἔλλειψις προσοχῆς: Ἔι ᾿γαθεμὸ ποῦ τὸν ἔχει! Συνών. ἀγάθεμα, ἀφῃρημάδα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA