γάλα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γάλα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γάλα ἡ, Μακεδ. (Βελβ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. γάλα. Διὰ τὴν μεταβολὴν τοῦ γένους πβ. τὸ στόμα καὶ ἡ στόμα κττ.

Σημασιολογία

Ἡ κεφαλὴ τοῦ ἀραβοσίτου ἐν τῇ πρώτῃ γαλακτώδει συστάσει της.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/