ἀκοφίνιˬαστος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀκοφίνιˬαστος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀκοφίνιˬαστος ἐπίθ. Λεξ. Μ.᾽Εγκυκλ. ἀκοφίνιˬαγος Πελοπν. (Κορινθ) ἀκουφίνιˬαγους Στερελλ. (Αἰτωλ)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ. τοῦ ἐπιθ. *κοφινιˬαστὸς<κοφινιˬάζω.
Σημασιολογία
1) Ὁ μὴ τεθεὶς ἐν κοφίνῳ ἔνθ᾽ ἄν.: Τό ’χου ἀκουφίνιαγου τοὺ καλαμπό’ Αἰτωλ. 2) Ὁ μὴ τεθεὶς ἐν κοφίνῳ μετὰ τέφρας, ἐπὶ ἐνδυμάτων κττ. κατὰ τὴν πλύσιν ἔνθ’ ἀν. : Σκουτιˬὰ ἀκοφίνιˬαγα Κορινθ. ᾿Ακουφίνιˬαγα ροῦχα Αἰτωλ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA