ἀκριβούτσικα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀκριβούτσικα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀκριβούτσικα ἐπίρρ. πολλαχ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀκριβούτσικος.
Σημασιολογία
᾿Ολίγον τι ἀκριβὰ. : ᾿Ακριβούτσικα πωλεῖ αὐτός. Τ᾿ ἀγόρασε ἀκριβούτσικα τὰ παπούτσιˬα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA