ἀκρογιˬαλίτης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκρογιˬαλίτης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀκρογιˬαλίτης ὁ, Λεξ. ’Ελευθερουδ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀκρογιˬαλιˬὰ καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ίτης.

Σημασιολογία

Ὁ κατοικῶν εἰς παράλιον μέρος ἢ ὁ προερχόμενος ἀπὸ παράλιον μέρος. Συνών. παραγιˬαλίτης, περιγιˬαλίτης.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/