ἀκροσυνεφέρνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀκροσυνεφέρνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀκροσυνεφέρνω Κρήτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. ἄκρα καὶ τοῦ ρ. συνεφέρνω.
Σημασιολογία
᾿Ελαφρῶς συνέρχομαι εἰς ἐμαυτὸν ἐκ τῆς ἐκπλήξεως, τοῦ παθήματος κττ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA