ἀκρούτσικα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκρούτσικα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀκρούτσικα ἐπίρρ. Καππ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἀμαρτ ἐπιθ. ἀκρούτσικος.

Σημασιολογία

Ἐν τῷ τελευταίῳ ἄκρῳ: ᾎσμ. ’Σ σὴ μέση κεῖται μάνα μου, ’ς σὴν ἄκρη ἀδελφή μου, ἀντσὶς ἀκρῆς, ἀκρούτσικα, κάθεται κιˬ ὁ γονεˬός μου.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/