ἄτονος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄτονος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄτονος ἐπίθ. λόγ. σύνηθ.

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἐπίθ. ἄτονος.

Σημασιολογία

1)Ὁ χωρὶς ἕντασιν, ἐξησθενημένος, ἀδύνατος : Ἄτονο βλέμμα. Ἄτονη ματιˬά. Ἄτονη ἔκφρασι. 2) Ἐν τῇ γραμματικῇ ὁ μὴ φέρων τόνον, ὁ μὴ τονούμενος: Ἄτονη λέξι- συλλαβή. Ἄτονα φωνήεντα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/