ἀλέμιν
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀλέμιν
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀλέμιν τό, Κύπρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ Ἀραβοτουρκ. alem= διασκέδασις.
Σημασιολογία
Πανηγυρικὴ ὑποδοχή : ᾎσμ.. Τ’ ἐπιˬάσαντην τ’ ἐπῆραν την εἰς τοῦ καδῆ τὸ έριν ταὶ βκάλ-λουν ταὶ τὸν Γριστοφῆν ταὶ κάμνουν τον ἀλέμιν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA