ἀβρούλιστος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀβρούλιστος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

Πἀβρούλιστος ἐπίθ. Πόντ. (Τραπ.) ἀβρούλιγος Πόντ. (Τραπ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καί τοῦ ρ. βρουλίζω.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ καταληφθεὶς ὑπὸ φλογῶν, ἄφλεκτος: Ἀβρούλιστα εἶν᾿ τὰ ξύλα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/