ἀγγελομάχημα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγγελομάχημα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀγγελομάχημα τό, Κάρπ. ἀγγελομάσεμαν Πόντ. (Οἰν.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. ἀγγελομαχῶ.

Σημασιολογία

Ἡ ἀγωνία τοῦ πνέοντος τὰ λοίσθια, ψυχορραγία ἔνθ᾿ ἀν.: Τ᾿ ἀγγελομάχημά του ἦτο κακὸ Κάρπ. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀγγελοθώρημα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/