ἀκίνδυνος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκίνδυνος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀκίνδυνος ἐπίθ. λογ. σύνηθ. ἀτζίνδυνε Τσακων.

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἐπίθ. ἀκίνδυνος.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ ἐπικίνδυνος ἔνθ’ ἀν.: ᾿Ακίνδυνος ἄνθρωπος. ’Ακίνδυνο σκυλλὶ-φάρμακο-φίδι κττ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/