ἀσημόσκονι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀσημόσκονι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀσημόσκονι ἡ, Λεξ. Δημητρ. –ΣΜυριβήλ. Ζωὴ ἐν τάφ. 57.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῶν οὐσ. ἀσήμι καὶ σκόνι.
Σημασιολογία
Μεταλλικὴ ἀργυρόχρους κόνις μειγνυομένη μετὰ κολλητικοῦ ὑγροῦ πρὸς ἐπαργύρωσιν πλαισίων Λεξ. Δημητρ. β) Μεταφ. ὁμίχλη ΣΜυριβήλ. ἔνθ᾽ ἀν.: Ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι περιχυμένη ἀπὸ πυκνὴ ἀσημόσκονι ποῦ συχύζει τοὶς γραμμὲς σὲ λίγη ἀπόστασι. 2) Κόνις κιμωλίας χρησιμοποιουμένη πρὸς στίλβωσιν ἀργυρῶν σκευῶν Λεξ. Δημητρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA