βαρυπληγωμένος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βαρυπληγωμένος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

βαρυπληγωμένος ἐπίθ. ΑΒαλαωρ. Ἔργα 3, 348 βαρεˬοπληγωμένος ΜΦιλήντ. Θρῦλ. 43.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. βαρυ- καὶ τοῦ πληγωμένος μετοχ. τοῦ ρ. πληγώνω.

Σημασιολογία

Ὁ βαρέως τραυματισμένος ἔνθ’ ἀν.: Ποίημ. ...Τ᾽ ἄσπρα τὰ μαλλιˬά του ᾿ς τὸ μέτωπό του ἐλάμπανε τὸ βαρυπληγωμένο ὡσὰν κορῶνα ἀτίμητη, σὰ φλάμπουρο ὑψωμένο ΑΒαλαωρ. ἔνθ’ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/