δαγκανοθρουμποῦ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δαγκανοθρουμποῦ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

δαγκανοθρουμποῦ ἡ, ἀμάρτ. δακ-αν-νοθρουμbοῦ Κύπρ. δακ-αν-νοδρουμbοῦ Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. δαγκάνω καὶ τοῦ οὐσ. θρούμπη.

Σημασιολογία

Ἡ τρώγουσα θύμους ὡς οἱ ὄνοι, ἐπὶ εἰρωνικῆς ἐκφράσεως: Νὰ σοῦ δώσωμεν τὴν κόρην τῆς δακ-καν-νοθρουμbοῦς (δηλ. τῆς γαϊδάρας). Νὰ σὲ κλοτσήσῃ ἡ κόρη τῆς δακ-αν-νοθρουμbοῦς. Πβ. τὸ παρ᾿ Ἀριστοφ., Νεφ., 421 «θυμβρεπίδειπνος».

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/