ἀβανιˬάρις

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀβανιˬάρις

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀβανιˬάρις ἐπίθ. Ἰων. (Σμύρν.) Κυκλ. Μεγίστ. Σῦρ. (Ἐρμούπ.) κ.ἀ. ἀανιˬάρις Κάρπ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀβανιˬά. Ἡ λ. καὶ παρὰ Σομ.

Σημασιολογία

Ὁ ἐπιρρεπὴς εἰς τὸ συκοφαντεῖν, φιλοκατήγορος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/