ἀγγελοπαραστέκομαι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγγελοπαραστέκομαι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀγγελοπαραστέκομαι ἀμάρτ. ἀgιλουπαραστέκουμ᾿ Ἴμβρ. ἀgιλουπααστέκουμ᾿ Σαμοθρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἄγγελος καὶ τοῦ ρ. παραστέκομαι.

Σημασιολογία

Παρίσταμαι πρὸ τοῦ ἀγγέλου τοῦ θανάτου, ψυχορραγῶ ἔνθ᾿ ἀν.: Γιˬὰ δέ dουν πῶς καρ᾿δώ᾿ τὰ μάτιˬα τ᾿, θαρρεῖς κιˬ ἀgελουπαραστέκιτι (καρ᾿δώ᾿=καρυδώνει, γρυλλώνει) Ἴμβρ. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀγγελεύω 3.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/