ἀγκαννᾶδος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγκαννᾶδος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀγκαννᾶδος ὁ, ἀμάρτ. ἀgαννᾶδος Κρήτ. (Ἀποκόρ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ Ἰταλ. ingannato.
Σημασιολογία
Ὁ πιεζόμενος οἰκονομικῶς, πένης, ἐνδεής:Ὁ ἄθρωπος αὐτὸς εἶν᾿ ἀgαννᾶδος, γιˬατί ᾿χει πολλὰ παιδιˬὰ καὶ δὲ bορεῖ νὰ ζήσῃ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA