ἀβγάτωμα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀβγάτωμα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀβγάτωμα τό, Θρᾴκ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. ἀβγατίζω παρασχηματισθὲν κατὰ τὰ ἐκ τῶν εἰς –ώνω ρ. παραγόμενα.

Σημασιολογία

Ἡ ὑπερτίμησις τῆς ἀξίας πράγματός τινος ἐν πλειστηριασμῷ. Συνών. ἀβγάτισι 2, ἀβγάτισμα 2.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/