ἀγκομαχισμὸς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγκομαχισμὸς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀγκομαχισμὸς ὁ, Θρᾴκ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. ἀγκομαχῶ κατ᾿ ἀναλογ. τῶν παραγομένων ἐκ τῶν εἰς –ίζω ρ.

Σημασιολογία

Βαρὺς στεναγμός. Συνών. ἀγκομάχημα 2, ἀγκομαχητὸ 2.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/