ἁγιˬὰ-Παρθένος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁγιˬὰ-Παρθένος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θυληκό

Τυπολογία

ἁγιˬὰ-Παρθένος ἡ, πολλαχ. ἅγιˬα-Παρθένος Κύθν. Σέριφ. Τῆν. ἁε-Παρθένος Πόντ. ἅγιˬα-Παρθένα Πελοπν. (Ὀλυμπ.)

Ετυμολογία

Ἐκ παραθέσεως τοῦ ἐπιθ. ἁγία καὶ τοῦ ὀν. Παρθένος.

Σημασιολογία

Ἡ Παναγία ἔνθ᾿ ἀν.:Φρ. Κάνει τὴν ἅγιˬα-Παρθένα! (ἐπὶ γυναικὸς συνήθως ὑποκρινομένης τὴν ἁγίαν, τὴν σεμνήν. Πβ. ἁγιˬὰ-Λιβυˬὰ) Ὀλυμπ. || ᾎσμ. Τὸν ἐγέννεσεν ἡ Παναγία, | τὸν ἐνέστεσεν ἁε-Παρθένος (δηλ. τὸν Χριστὸν. Παρατηρητέον τὴν ἐπανάληψιν διὰ διαφόρου ὀνόματος Παναγία καὶ ἁε-Παρθένος) Πόντ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/