ἀγκραΐτσα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγκραΐτσα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θυληκό

Τυπολογία

ἀγκραΐτσα ἁ (ἡ), Τσακων.

Ετυμολογία

Διὰ τὸ ἔτυμον πβ. ἀγκραΐου. Κατὰ τὸν GDeville Étude du dial. Tzacon. 32 ἀπὸ τοῦ ἄγκυρα.

Σημασιολογία

Ἀγκύλη ράβδος τῶν ποιμένων, δι᾿ ἧς συλλαμβάνουν τὰ πρόβατα ἀπὸ τοῦ λαιμοῦ. Συνών. ἀγκούλα 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/