ἁγιˬολόγι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁγιˬολόγι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἁγιˬολόγι τό, Πελοπν. (Λάστ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἅγιος καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. –λόγι.
Σημασιολογία
ᾉγιολόγιον, ἤτοι συναξάριον περιέχον τὰ ὀνόματα τῶν ἁγίων: Καὶ ἄλλα ὀνόματα εἴχανε (οἱ νεράιδες) ποῦ δὲν εἶναι γραμμένα ᾿ς τὸ ἁγιˬολόγι, γιˬατὶ δὲν εἴχανε ἅγιου ὄνομα (ἐκ παραμυθ.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA