ἁγιˬόμματος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁγιˬόμματος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἁγιˬόμματος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἁγιˬόμματους Θρᾴκ. (Αἶν.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἅγιˬος καὶ τοῦ οὐσ. μάτι.
Σημασιολογία
Ὁ ἔχων ὀφθαλμοὺς ὡς τοῦ ἐν εἰκόνι παριστανομένου ἁγίου, δηλ. ὡραίους: ᾎσμ. Ἁγιˬόμματα κιˬ ἁγιˬόφρυδα κιˬ ἁγιˬοκωσταντινᾶτα (ὁ στ. οὗτος φέρεται ἐν παραμυθ., ἐν ᾦ πτωχὴ κόρη γενομένη βασίλισσα ἐγέννησε δύο παιδία ἔχοντα ὡραίους ὀφθαλμοὺς καὶ ὡραίας ὀφρῦς καὶ ὄντα ἐν τῷ συνόλῳ ὡραῖα ὡς τὰ χρυσᾶ ἁγιοκωσταντινᾶτα. Πβ. ἁγικωσταντινᾶτο).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA