ἀβίγλιστος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀβίγλιστος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀβίγλιστος ἐπίθ. Λεξ. Ἐλευθερουδ. Ἐκ τοῦ στερητ, ἀ- καὶ τοῦ ρ. βιγλίζω.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ στερητ, ἀ- καὶ τοῦ ρ. βιγλίζω.
Σημασιολογία
1)Ἀφρούρητος, ἀφύλακτος. 2)Ἀνερεύνητος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA