ἀβιστίριχτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀβιστίριχτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀβιστίριχτος ἐπίθ. Κρήτ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ρ. βιτσιˬάρω=ἐθίζω τινὰ κακῶς. Περὶ τῆς καταλ. –γος ἰδ. ΙΚακριδ. ἐν Ἀθηνᾷ 38 (1926) 194 κἑξ.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ ἔχων ἐλαττώματα, ὁ ἀπηλλαγμένος κακῶν συνηθειῶν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/