ἀβράδυˬαστα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀβράδυˬαστα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀβράδυˬαστα ἐπίρρ. Κρήτ. Νάξ. (Ἀπύρανθ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπίθ. ἀβράδυˬαστος.
Σημασιολογία
Χωρὶς νὰ ἔχῃ βραδυˬάσει ἔνθ᾿ ἀν.: Ἀβράδυˬαστα ᾿ν᾿ ἀκόμα Ἀπύρανθ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA