ἀγναντεύω (ΙΙ)
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγναντεύω (ΙΙ)
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀγναντεύω (II)Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ Τουρκ. anlamak καὶ διαλεκτ. aǧnamak.
Σημασιολογία
Ἐννοῶ, καταλαμβάνω. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀγναεύω.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA