ἀδαιμόνιστος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀδαιμόνιστος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀδαιμόνιστος ἐπίθ. ἁμάρτ. ἀδιμό’στους Μακεδ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ἐπὶθ. *δαιμονιστὸς<δαιμονίζω.
Σημασιολογία
Ὁ μὴ προσβληθεὶς ὑπὸ δαιμόνων, ὁ μὴ δαιμονισμένος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA