ἄγναντος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄγναντος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄγναντος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἄγναdος Πελοπν. (Οἰν.) ἄγναντους Ἤπ. Συγκριτ. ἀγναdότερος Πελοπν. (Οἰν.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. ἀγνάντιˬα.

Σημασιολογία

Ἐπὶ τόπου, περίοπτος, ἄποπτος ἔνθ᾿ ἀν.: Αὐτὸ εἶνι ἄγναντου μέρους Ἤπ. Ἡ καλύβα τοῦ τσιˬοπάνη πρέπει νὰ εἶναι ᾿ς τὸ ἀγναdότερο μέρος γιˬὰ νά ᾿ναι ἀγνάdιˬο ᾿ς τὰ γιδοπρόβατα Οἰν. Συνών. ἀγναντερός. Τὸ οὐδ. πληθ. Ἄγναντα καὶ ὡς τοπων. Ἤπ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/